Χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής

Χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής

Χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής

Η χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής είναι μία διαδικασία η οποία αναφέρεται στην ανάπτυξη επαναλαμβανόμενων διαστρεμμάτων ποδοκνημικής καθώς και στα υπολειπόμενα συμπτώματα τα οποία επιμένουν μετά τον τραυματισμό. Η χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής προκύπτει είτε λόγω μηχανικής αστάθειας (αυξημένη χαλαρότητα συνδέσμων) είτε λόγω λειτουργικής (αίσθημα αστάθειας), ή και συνδυαστικά.

Τα κυρίαρχα ελλείματα που προκύπτουν, αφορούν:

  • Την ιδιοδεκτικότητα
  • Τον νευρομυϊκό συντονισμό
  • Τον κινητικό έλεγχο και τον έλεγχο της στάσης
  • Την δύναμη
  • To εύρος κίνησης και την οστεοκινηματική

Επιπλέον, η χρόνια αστάθεια ποδοκνημικής οδηγεί σε δευτερεύον τραυματισμό ιστών καθώς επίσης έχει διερευνηθεί και η σχέση της με την πρώιμη ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας λόγω πολλαπλών διαστρεμμάτων της ποδοκνημικής.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα διαστρέμματα ποδοκνημικής αποτελούν έναν από τους πιο συχνούς μυοσκελετικούς τραυματισμούς, ιδιαίτερα σε αθλητές, αποτελώντας το 85% των τραυματισμών της ποδοκνημικής και το 15-45% όλων των τραυματισμών που προκύπτουν από αθλητικές δραστηριότητες. Τα ποσοστά επανατραυματισμού είναι αρκετά υψηλά, φτάνοντας το 70%-80% σε συγκεκριμένες αθλητικές δραστηριότητες (τρέξιμο, απότομες αλλαγές κατευθύνσεων, απότομη έναρξη και παύση κίνησης).

Επομένως, σε τέτοια υψηλά ποσοστά επανατραυματισμού, η εκτίμηση της αστάθειας μέσω της ανάλυσης ισορροπίας είναι απαραίτητη προκειμένου να σχεδιαστεί ένα επιτυχημένο πρόγραμμα αποκατάστασης αλλά και θεραπευτικής άσκησης, στοχεύοντας στα προαναφερθείσα ελλείμματα.

Στο Physiopain® με την χρήση συστημάτων σύγχρονης τεχνολογίας (πλατφόρμα μέτρησης ισορροπίας, δαπηδοεργόμετρο, βίντεο-ανάλυση, οπτικο-κιναισθητικά συστήματα, κ.ά) καταγράφουμε αξιόπιστες και έγκυρες μετρήσεις ισορροπίας, κιναίσθησης και ιδιοδεκτικότητας, με στόχο τον ακριβή προσδιορισμό των ελλειμάτων και τη στοχευμένη αποκατάσταση της διαταραχής.

Ποιο το κέρδος από τη καταγραφή των ελλειμάτων και τη στοχευμένη αποκατάσταση;

  • Η συντόμευση του χρόνου αποθεραπείας λόγω της ακριβής εντόπισης των ελλειμμάτων και της συνεχούς παρακολούθησης τους
  • Η αποτελεσματικότερη μείωση των πιθανοτήτων για τραυματισμό
  • Η εξατομικευμένη θεραπεία για το συγκεκριμένο άτομο με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά του ασθενή και το άθλημά του/ αθλητική δραστηριότητα, καθώς και ο εντοπισμός ασσυμετριών
  • Σύγκριση των αποτελεσμάτων πριν και μετά την θεραπεία καθώς και με βάσεις δεδομένων για το άθλημα, δραστηριότητα, φύλλο και ηλικία, καθώς και συνεχή καταγραφή της εξέλιξης.
  • Η επιτυχής επανεκπαίδευση και η πλήρης επιστροφή με το προτεινόμενο πρόγραμμα διατήρησης της λειτουργικότητας του ασθενή/αθλητή στις προηγούμενες δραστηριότητες του.

Βιβλιογραφία:

  1. Lin, CI., Houtenbos, S., Lu, YH. et al.(2021) The epidemiology of chronic ankle instability with perceived ankle instability- a systematic review. J Foot Ankle Res 14, 41
  2. Donovan, L., Hetzel, S., Laufenberg, C. R., & McGuine, T. A. (2020) Prevalence and Impact of Chronic Ankle Instability in Adolescent Athletes. Orthopaedic journal of sports medicine,  8(2), 2325967119900962.
  3. Holmes, Alison & Delahunt, Eamonn. (2009). Treatment of Common Deficits Associated with Chronic Ankle Instability. Sports medicine (Auckland, N.Z.). 39. 207-24. 10.2165/00007256-200939030-00003.